"Ευχαριστώ αυτούς που κράτησαν τη Θρησκεία μου, τη Γλώσσα μου και την Εθνικότητά μου, για να είμαι Χριστιανός και να λέγομαι Έλληνας."


(Παύλος Βρέλλης)





«Δεν ήρθε πρώιμα η άνοιξη κι ουδέ το καλοκαίρι.

Χαιρόμαστε, χορεύουμε και ψιλοτραγουδάμε,

γιατί ελευτερωθήκανε, αητέ, τα Γιάννενά μας!»






«Την Ιστορία μελέτα παιδί μου,
γιατί έτσι όχι μόνο τον εαυτό σου και τη ζωή σου θα κάμεις ένδοξη και χρήσιμη στην ανθρώπινη κοινωνία,
αλλά και το μυαλό σου οξυδερκέστερο και διαυγέστερο... »
[Ιπποκράτης]





Η ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΣΑΤ ΠΑΣΑ ΠΡΟ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔOΣΕΩΣ ΤΟΥ ΜΠΙΖΑΝΙΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ


Δημοτική πινακοθήκη
Το 1912 η ελληνική κυβέρνηση επειγόταν να καταληφθούν τα Γιάννενα πριν από τη έναρξη των διαπραγματεύσεων με την Τουρκία. Στα περισσότερα μέτωπα ο αγώνας υπήρξε σκληρός, πεισματώδης και πολύνεκρος.  
 
Οι ελληνικές δυνάμεις υπέφεραν πολύ. Τμήματά τους μάλιστα έφθασαν στα όρια διαλύσεως και πανικού. Η ένταξη των ενισχύσεων στις αρχές του 1913 στις μονάδες της πρώτης γραμμής, έδωσε τη δυνατότητα στο Στρατηγείο Ηπείρου, του οποίου τη διοίκηση είχε αναλάβει πλέον ο διάδοχος Κωνσταντίνος, να οργανώσει μεγάλης εκτάσεως επιχείρηση, με σκοπό την άλωση του Μπιζανίου.
 
 Ήδη πριν αρχίσουν οι προπαρασκευές για επίθεση, ο Κωνσταντίνος απηύθυνε στον Εσάτ πασά προσωπική επιστολή, με την οποία τον εξόρκιζε «εν ονόματι της ανθρωπότητας και του πολιτισμού και προς πρόληψιν ματαίας επί πλέον αιματοχυσίας» να παραδώσει τα Ιωάννινα.  
Ο Εσάτ απήντησε στις 19 Ιανουαρίου αρνούμενος να παραδώσει την πόλη και έτσι το Ελληνικό Γενικό Στρατηγείο συνέχισε με έντονο ρυθμό την προπαρασκευή της μεγάλης επιθέσεως. 

Ύστερα από αιματηρές συγκρούσεις και εξολόθρευση του τουρκικού στρατού από τους Έλληνες, 
τα Ιωάννινα ήταν ελεύθερα, όπως ελεύθερη θα ήταν σε λίγο και ολόκληρη η Ήπειρος.  

Το ημερολόγιο έγραφε 21 Φεβρουαρίου του 1913.

Γυρνούμ' από τη μάχη δοξασμένοι, γυρνούμε νικηταί απ' τη φωτιά
με τη σημαία περήφαν' απλωμένη, γεμάτη όλη φως και λεβεντιά!
Στο Σαραντάπορο άστραψ' η ορμή μας, στα Γενιτσά βαρύ θανατικό,
στις Σιδερένιες πόρτες το κορμί μας, εδείχθη σαν χυμέν' από χαλκό.

Μας πήγε στ' οργισμένο το Μπιζάνι, η Νίκη στα μεγάλα της φτερά,
εις το Κιλκίς επλέξαμε στεφάνι, στεφάνι από λουλούδια αιματηρά!
Με τη σημαία περήφαν' απλωμένη, γυρνούμε νικηταί απ' τη φωτιά.
Σε σένανε, πατρίδ' αγαπημένη, σε σένα πάντα η δάφνη κ' η μυρτιά!





Η ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΣΑΤ ΠΑΣΑ 
ΠΡΟ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔOΣΕΩΣ ΤΟΥ ΜΠΙΖΑΝΙΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Είναι γνωστό ότι την αρχηγία του Ελληνικού Στρατού, που πολιορκούσε τα Γιάννινα από 5 Οκτωβρίου 1912 μέχρι 10 Ιανουαρίου 1913, είχε ο Αντιστράτηγος Κων. Σαπουντζάκης. Στις 10 Ιανουαρίου έφτασε στην Ήπειρο και εγκατέστησε το στρατηγείο του στη Φιλιππιάδα ο Διάδοχος Κωνσταντίνος, ο οποίος έφερε και μία Μεραρχία στρατού. Τον Ιανουάριο, όμως, ενισχύθηκε και ο τουρκικός στρατός με δυνάμεις που συμπτύχθηκαν από το Σερβικό μέτωπο και έφτασαν έτσι τους 40.000 άνδρες με 108 πυροβόλα.


Ο Κωνσταντίνος αφού έκανε τις σχετικές προετοιμασίες, απηύθυνε προτάσεις παραδόσεως προς τον Εσάτ Πασά. Το κείμενο της επιστολής περιέχει και ιπποτικής μορφής φιλοφρονήσεις, όπως εσυνηθίζονταν τότε μεταξύ των στρατιωτικών ηγετών.
Έγραφε λοιπόν ο Κωνσταντίνος προς τον Εσάτ Πασά:

Προς τον διοικητήν
του Οθωμανικού στρατού Ιωαννίνων Εσάτ Πασά

Εξοχώτατε
Προσφεύγω εις υμάς, εν ονόματι της ανθρωπότητος και του πολιτισμού, προ της τελικής εφόδου, όπως αποφευχθή η αιματοχυσία πολλών ηρώων και όπως περιφρουρηθή η πόλις εκ καταστροφής, ην θα φέρη η μάχη εις τας πύλας ταύτης. Ο εν Κορυτσά στρατός μου αφαιρεί κάθε ελπίδα διαφυγής εκ της τελικής αιχμαλωσίας.

Αφ’ ετέρου ασφαλώς γνωρίζετε, ότι η Οθωμανική κυβέρνησις, από της ενάρξεως των συζητήσεων εν Λονδίνω δια την σύναψιν της ειρήνης, παραιτήθη των εδαφών των περιλαμβανομένων από της Θράκης μέχρι του Αδριατικού Πελάγους και ως εκ τούτου δεν βλέπω τον λόγον δι’ επιμονήν εις άμυναν της πόλεως.

Εάν πρόκειται δια την τιμήν και δόξαν των όπλων σας, είμαι έτοιμος εν περιπτώσει παραδόσεως της πόλεως εις τον Στρατόν μου, προ της ορμητικής εφόδου, να επιτρέψω εις τον στρατόν Σας, να εξέλθη της πόλεως με όλην την πολεμικήν τιμήν και δόξαν και με τα όπλα και στρατιωτικά του είδη και να μεταφερθή εις κατάλληλον σημείον.

Συγχρόνως εγγυώμαι ότι θα επιδειχθή σεβασμός προς θρησκείαν, ζωήν, τιμήν και περιουσίαν των Μουσουλμάνων. Είναι ματαία η επιμονή Σας διατηρήσεως των Ιωαννίνων μέχρι της ειρήνης, με την ελπίδα ότι αυτή θα είναι προσεχής.

Κατά πληροφορίας μου, αι διαπραγματεύσεις διεκόπησαν, τα δε τελευταία γεγονότα της Κωνσταντινουπόλεως δεν επιτρέπουσι να υποθέση τις και να ελπίζη, ότι η σύναψις και η υπογραφή της ειρήνης θα είναι προσεχής.

Ο στρατός Σας, παρά την ανδρείαν και το θάρρος είναι ασφαλώς καταδικασμένος εις αιχμαλωσίαν ή καταστροφήν. Η απώλεια των Ιωαννίνων δεν είναι δυνατόν να σας παράσχη ευθύνας, διότι η Κυβέρνησίς Σας, έχει παραιτηθή της χώρας ταύτης, κατά πάντα τρόπον. Εγώ δ’ έχω την στερεάν απόφασιν και την επιθυμίαν να καταλάβω οπωσδήποτε τα Ιωάννινα.

Εάν η Υμετέρα εξοχότης δέχεται κατ’ αρχήν τας προτάσεις μου, παρακαλώ, όπως μοι απαντήση δι’ αξιωματικού ερχομένου εις τας προφυλακάς μου δια της μεγάλης οδού. Παρακαλώ όπως δεχθήτε την έκφρασιν της εκτιμήσεώς μου Εξοχώτατε Πασά.

Αρχηγός της Στρατιάς Μακεδονίας και Ηπείρου
Κωνσταντίνος, Δούξ της Σπάρτης.


Ένας Έλληνας αξιωματικός με δύο στρατιώτες και με τη λευκή σημαία του κήρυκα, επλησίασαν τις τουρκικές προφυλακές του Μπιζανίου. Τούρκος αξιωματικός παρέλαβε τη συντεταγμένη στη γαλλική γλώσσα επιστολή.
Ο Εσάτ Πασάς προς στιγμήν εσκέφθη να ζητήση ανακωχή μέχρις ότου αποφανθή η τουρκική κυβέρνησις για την πρόταση αυτή, διότι ο πολιορκούμενος στρατός του υπέφερε και από έλλειψη τροφίμων. Κάθε Τούρκος στρατιώτης έπαιρνε μερίδα 200 γραμμάρια ψωμί την ημέρα. Συμφώνησαν μαζί του και άλλοι Τούρκοι στρατηγοί, αλλά ο διοικητής της Δυτικής Στρατιάς, Αλή Ριζά Πασάς, διέταξε ότι ουδεμία συζήτηση πάνω στις προτάσεις αυτές επιτρέπεται.

Έτσι ο Εσάτ Πασάς έστειλε στις 18 Ιανουαρίου 1913 στον Διάδοχο Κωνσταντίνο την εξής απάντηση:


Προς τον Αρχηγόν του Ελληνικού Στρατού
Δούκα της Σπάρτης Κωνσταντίνον

Υψηλότατε Πρίγκιψ
Τας εν ονόματι της ανθρωπότητος και του πολιτισμού γενόμενας προτάσεις της Ημετέρας Υψηλότητος ανέγνωσα μετά της αυτής σοβαρότητος και λεπτότητος και μετα πλήρους Σεβασμού.

Αναφέρω ότι διαθέτομε τα απαιτούμενα μέσα συν Θεώ δια την άμυναν των Ιωαννίνων κατά πάσης ενεργείας του θαρραλέου Στρατού Σας.

Σας ευχαριστώ ιδιαιτέρως, διότι πιστεύετε, ότι θα επιμείνω μέχρι και του τελευταίου βλήματος εις την εκτέλεσιν του καθήκοντος, όπερ επιβάλλει εις τους υπερασπιστάς ενός φρουρίου η Στρατιωτική τιμή και το Στρατιωτικόν γόητρον

Αλλά, όπως η Υμετέρα Υψηλότης, ούτω και εγώ ανέλαβον καθήκον και έχω σταθεράν την απόφασιν να το εκτελέσω και το εκπληρώσω πάση θυσία. Είναι τιμή δι’ εμένα συνεχίσω τον πόλεμον μέχρι τέλους, με τον γενναίον Στρατόν Σας. Δια το χυθέν και χυνόμενον αίμα ο πολιτισμός και ο ανθρωπισμός δεν θα επικρίνη εμέ και τον Στρατόν μου. Το δίκαιον και η δικαιοσύνη θα καταλογίσωσι ταύτην εις τους υπαιτίους του πολέμου.

Σας ευχαριστώ δια την ευγενή σας λεπτότητα και Σας παρακαλώ να δεχθήτε την εκφράσιν του Σεβασμού μου.

Αρχηγός Στρατού Ιωαννίνων, Εσάτ Πασάς



Μετά την απάντηση του Εσάτ Πασά, το Ελληνικό Στρατηγείο άρχισε να μετακινεί στρατιωτικές μονάδες σύμφωνα με το γενικό σχέδιο που είχε αποφασισθεί και το οποίο προέβλεπε κυρίως δύο πράγματα:

1) Επιθετική κίνηση για καθήλωση του εχθρού στο δεξιό του Ελληνικού Στρατεύματος (Αετοράχη)

2) Αποφασιστική επιθετική ενέργεια από τα αριστερά του Ελληνικού Στρατεύματος (Ραψίστα, σημερινή Πεδινή).

Στις 19 και 20 Φεβρουαρίου εκδηλώθηκε η μεγάλη επίθεση κάτω από σφοδρότατο κανονιοβολισμό. Ερρίφθησαν συνολικά 10.000 οβίδες.

Είναι γνωστό το μεγάλο τόλμημα του ταγματάρχη Βελισσαρίου να φθάση με το τάγμα του ακάθεκτος στον Άγιο Ιωάννη της Μπονίλας, τη σημερινή Ανατολή. Η κίνηση αυτή επίσπευσε την παράδοση των Ιωαννίνων.


Ο Εσάτ Πασάς έκρινε ότι κάθε περαιτέρω άμυνα δεν θα ήταν παρά άσκοπη αιματοχυσία. Συναντήθηκε με τον Μητροπολίτη Γερβάσιο και με τους προξένους της Αυστροουγγαρίας, της Γαλλίας, της Ρωσίας και της Ρουμανίας και τους ζήτησε να μεσολαβήσουν για την παράδοση.

Στις 11 το βράδυ ένα αυτοκίνητο με πολλά φώτα κατευθύνεται προς την προκεχωρημένη μονάδα. Οι Ελληνικές προφυλακές αντιλαμβάνονται ότι πρόκειται περί της πρεσβείας και δεν πυροβολούν. Αλτ! Φωνάζουν οι Έλληνες στρατιώτες και ο επιβαίνων του αυτοκινήτου πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μητροπόλεως Ιωαννίνων εξηγεί. Έχει μαζί του δύο Τούρκους αξιωματικούς που κομίζουν το έγγραφο της παραδόσεως της φρουράς των Ιωαννίνων.

Ο ταγματάρχης Ιωάννης Βελισσαρίου τους παραλαμβάνει και με το αυτοκίνητό τους, τους οδηγεί στο Ελληνικό Στρατηγείο στο Χάνι Εμίν Αγά. Δεν αργεί να εκδοθή και να διαβιβασθή αμέσως τηλεφωνικώς η ιστορική διαταγή προς όλες τις Μεραρχίες:

Χάνι Εμίν Αγά
21 Φεβρουαρίου 1913, ώρα 5.30΄ πρωΐας
Προς άπασας τας Μεραρχίας και 1ον και 2ον Τμήμα Στρατιάς

Ο Τουρκικός στρατός παρεδόθη αιχμάλωτος πολέμου άνευ όρων. 
Τα εχθρικά τμήματα θα υψώσωσι λευκήν σημαίαν.  Αι Μεραρχίαι θα λάβωσι τας εκδιδομένας διαταγάς αμέσως.

Κωνσταντίνος Διάδοχος


Με άλλη διαταγή που εξεδόθη αμέσως καθορίζονταν τα σχετικά με την συνάθροιση των αιχμαλώτων και ο τρόπος με τον οποίον θα εισέρχετο το Σύνταγμα ιππικού στα Ιωάννινα.

Διοικητής όλου του περιχαρακωμένου στρατοπέδου 52 χιλιομέτρων ήταν ο Βεχήπ Φουάτ, ο οποίος έστειλε στον Έλληνα διοικητή του απέναντι στρατού το παρακάτω έγγραφο:

Προς
Τον Διοικητήν των έναντι του Μπιζανίου
Ελληνικών στρατευμάτων

Κύριε Διοικητά
Ο Γενικός Διοικητής της οχυρωμένης τοποθεσίας των Ιωαννίνων με διέταξε να παραδώσω εις τον Ελληνικόν στρατόν το Μπιζάνι.

Μη έχων μέχρι τούδε την ευκαιρίαν να αποθάνω εν μέσω των στρατευμάτων μου, δεν μοι υπολείπεται ήδη, ειμή να παραδώσω εις χείρας της εξοχότητος υμών το ξίφος μου.

Υπολογίζων πολύ επί της πειθαρχίας του ελληνικού στρατού, υποβάλλω παράκλησιν προς την εξοχότητα υμών, όπως η κατάθεσις των όπλων γίνη αξιοπρεπώς και συμφώνως προς τα καθαρώς στρατιωτικά έθιμα.

Ελπίζων να τύχω ευνοϊκής απαντήσεως υμών, παρακαλώ την εξοχότητά σας να δεχθή την πλέον διακεκριμένην έκφρασιν του σεβασμού μου.

Μπιζάνι 21-2-1913
Ο Διοικητής του Μπιζανίου, Αλή Φουάτ


Το Πρωτόκολλο παραδόσεως των Ιωαννίνων:
Ιωάννινα 21-2-1913
(Τουρκ. ημερολόγιο και ημερομηνία 21-12-1828)

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΝ

Μεταξύ των υπογεγραμμένων Λοχαγού Μεταξά και Λοχαγού Στρατηγού, πληρεξουσίων της Α.Β.Υ. του Αρχιστρατήγου του Ελληνικού Στρατού Μακεδονίας και Ηπείρου και του Βεχήπ Βέη, Αντ/ρχου του Διοικητού της οχυρωμένης τοποθεσίας των Ιωαννίνων, συνεφωνήθησαν τα εξής:

Η οχυρωμένη τοποθεσία των Ιωαννίνων παραδίδεται εις τον Ελληνικόν Στρατόν

Τα στρατεύματα άτινα ευρίσκονται σήμερον εις την οχυρωμένην τοποθεσίαν παραδίδονται ως αιχμάλωτοι πολέμου.

Από το υλικόν πολέμου, όπλα, σημαίαι και ίπποι, ανήκοντα εις τον στρατόν, θα παραδοθώσιν εις τον Ελληνικόν στρατόν εις οίαν κατάστασιν ευρίσκονται σήμερον.

Πάντες οι αξιωματικοί, στρατιώται τραυματίαι και ασθενείς υπαχθίσωνται εις τον νόμον του πολέμου.

Βεχήπ Βέης
Ιω. Μεταξάς
Ξεν. Στρατηγός

Μετά από 483 χρόνια πικρής τουρκικής σκλαβιάς, τα Γιάννινα ήταν ελεύθερα!



Σημείωση: Οι φωτογραφίες είναι από ένα εξαιρετικό αφιέρωμα
στην απελευθέρωση των Ιωαννίνων
που μπορείτε να βρείτε, εδώ... >>>