"Ευχαριστώ αυτούς που κράτησαν τη Θρησκεία μου, τη Γλώσσα μου και την Εθνικότητά μου, για να είμαι Χριστιανός και να λέγομαι Έλληνας."


(Παύλος Βρέλλης)





«Δεν ήρθε πρώιμα η άνοιξη κι ουδέ το καλοκαίρι.

Χαιρόμαστε, χορεύουμε και ψιλοτραγουδάμε,

γιατί ελευτερωθήκανε, αητέ, τα Γιάννενά μας!»






«Την Ιστορία μελέτα παιδί μου,
γιατί έτσι όχι μόνο τον εαυτό σου και τη ζωή σου θα κάμεις ένδοξη και χρήσιμη στην ανθρώπινη κοινωνία,
αλλά και το μυαλό σου οξυδερκέστερο και διαυγέστερο... »
[Ιπποκράτης]





Ποιήματα...


Γιάννενα, Ρωμιοσύνης κάστρο,
Γιάννενα, απ' αιώνες άστρο,
Γιάννενα, της Ελλάδας θρέμμα,
Γιάννενα, ζυμωμένα μ' αίμα,
Γιάννενα, της Δωδώνης σπέρμα,
Γιάννενα, στων βουνών το γέρμα,
Γιάννενα, του Δία σεργιάνι,
Γιάννενα, Μούσες σ' έχουν ράνει.
Γιάννενα...!!!

Καρτποστάλ με τα Γιάννενα την περίοδο της Τουρκοκρατίας.


Γιάννενα, Βυζαντίου αστέρι,
Γιάννενα, της Τουρκιάς καρτέρι,
Γιάννενα, των βουνών καμάρι,
Γιάννενα, των νερών βλαστάρι,
Γιάννενα, του πασά κρυψώνα,
Γιάννενα, των Γραικών κορώνα,
Γιάννενα, δωρητών η γέννα,
Γιάννενα, ποιητών η πένα.
Γιάννενα...!!!

Πηγή: "Ioannina for ever!!!"



Γιάννενα, τάπια του σαράντα,
Γιάννενα, φλόγα ηρώων πάντα,
Γιάννενα, φασιστών το λάθος,
Γιάννενα, πανελλήνων πάθος,
Γιάννενα, γύρω γύρω χιόνια,
Γιάννενα, σε ξυπνούν αηδόνια,
Γιάννενα, σε φρουρούν κανόνια,
Γιάννενα, γοητεία αιώνια.
Γιάννενα...!!!



Στο Μπιζάνι


Μπροστά στο κάστρο το τρανό

που φράζει του το δρόμο

και σπέρνει μπρος στο χαλασμό

και γύρω του τον τρόμο,

ο γιος του Ρήγα πολεμά

να το ξεθεμελιώσει

να μπει στα μαύρα Γιάννενα

πνοή ζωής να δώσει

στης λίμνης την κοιμούμενη

κυρά την μαγεμένη.



Μα είναι το κάστρο δράκοντας

κι οι τοίχοι στοιχειωμένοι.

Ξάφνου το βασιλόπουλο

σέρνει φωνή στο κάστρο:

-Κάστρο κι αν είσαι δράκοντας

της μέρας είμαι τ΄ άστρο,

του Ρήγα γιος, της Μοίρας γιος

κι είναι γραφτό σου, τέρας,

να πάρει από τα χέρια μου

τα λέπια σου ο αγέρας.

Ρίχνεται ο Ρήγας του στοιχειού

και το στοιχειό τ' ανθρώπου.

Τρεις μήνες έτσι πολεμούν

στο αλώνι του έρμου τόπου.



Κι από τους τρεις κάποιαν αυγή

και κάποιαν άγια μέρα,

που χαμηλώνουν οι ουρανοί

κατά τη γη εδώ πέρα,

κι ο Άδης είχε Ανάσταση

κι ο κόσμος πανηγύρι,

την ώρα όπου ο Ωρίωνας

πάει λαμπρός να γύρει

καθώς που πέφτει αναπάντεχα

και που ψοφάει ο αγέρας

σ΄ έναν απέραντο σπασμό

παράδωσε το τέρας.



Πάει η ψυχή του Αλή πασά,

του Αλή το μίσος πάει.

Και να, στης λίμνης το βυθό

η ώρια κυρά ξυπνάει.

Του Ρήγα γιε, της Μοίρας γιε,

χρυσέ σαν καλοσύνη,

δικά σου είναι τα Γιάννενα

με την κυρά Φροσύνη.




Το γράμμα του πολεμιστή


Μου γράφεις μάνα μια γραφή

και με ρωτάς τι κάνω,

στου Μπιζανιού την παγωνιά

στο κρύο θα πεθάνω.



Στα Πεστά και στο Μπιζάνι

μάνα μου τι κρύο κάνει!

Στα Πεστά στη Μανωλιάσσαα

που δεν πήραμε ανάσα.



Δεν με φοβίζουν μάνα μου

οι σφαίρες, τα κανόνια.

Μον' με φοβίζει η παγωνιά,

του Μπιζανιού τα χιόνια.



Στα Πεστά και στο Μπιζάνι

μάνα μου τι κρύο κάνει!

Μα οι τσολιάδες πολεμούνε

και στα Γιάννενα θα μπούνε.



Λειτούργησε στην Παναγιά

κι άναψ' έν΄αγιοκέρι.

Να γίνει θαύμα, μάνα μου,

να γίνει καλοκαίρι.



Να βγει ο ήλιος μια φορά

κι απ' τη χαρά να κλάψω

κι από τα Γιάννενα γραφή,

μάνα μου, θα σου γράψω.



Μάνα μου σαν θά 'ρθω πίσω

την ελευθεριά θα φέρω.

Νικητής θε να γυρίσω

κι άλλο πια δεν θα υποφέρω.




Η Λευτεριά στα Γιάννενα


Τη μέρα την τρισένδοξη, τούτη την άγια μέρα

η γαλανόλευκη η γλυκειά υψώθη στον αέρα.

Σαν σήμερα τ' απόρθητο, το τρομερό Μπιζάνι

χάνεται, λιώνει, σβήνεται, τη δύναμή του χάνει.



Σήμερα θα χορέψουμε, πέσαν τα Γιάννενά μας

να! η πανώρια η Λευτεριά, διαβαίνει στα στενά μας.

Πάει η Τουρκιά, εχάθηκε, τρέχει κυνηγημένη

όλα πια τώρα τέλειωσαν, είναι η ηττημένη.





Σήμερα έχουμε γιορτή, θερμή στα Γιάννενά μας

έφυγε η πλάκα της σκλαβιάς, ψηλά απ' την καρδιά μας.

Σήμερα θα τιμήσουμε αυτούς οπού χαθήκαν

για την πανώρια τη θεά, μέσα στη γη χωθήκαν.



Γι' αυτό ελάτε σήμερα να πάμε στο Μπιζάνι

στο στρατηγείο το τρανό, στου Μπιζανιού το χάνι.

Ας ανεβούμε στην κορφή, στη ματωμένη ράχη

εκεί κοιμούνται οι ήρωες που πέσανε στη μάχη.



Με λίγα άνθη του αγρού ας ράνουμε το χώμα

γιατί για μας κοιμήθηκαν σ' αυτό εδώ το στρώμα.

Ν' ανάψουμε και δυο κεριά και τούτα δω να πούμε:

Τα Γιάννενα παρθήκανε. Θα σας ευγνωμονούμε!”


[Ναπ. Σαΐνης]







Αναμονή κι Ελπίδα



Στα “Λακώματα” ψηλά και στο “Μεϊντάνι”

βγήκε κόσμος κι αγναντεύει το Μπιζάνι.

Καρτερούνε με λαχτάρα οι Γιαννιώτες

νικητές να'ρθούν οι Έλληνες στρατιώτες.



Του πολέμου η βοή, το κανονίδι

το πυκνό των μαχητών μας ντουφεκίδι

μεγαλώνεουν την κρυφή την απορία

που αργεί η ποθητή Ελευθερία.



Πετροπόλεμο ακόμα σε σοκάκια

κάπου κάπου με φανατικά τουρκάκια

συνεχίζουν χριστιανόπουλα με θάρρος

κι όποιον λάχει, στα στερνά, ας πάρει ο χάρος.



Τα βραδάκια ερημώνει κάθε δρόμος

μες στα σπίτια βασιλεύει πια ο τρόμος.

Μα κουράγιο δίνει σ' όλους η ελπίδα

πως θα φύγει η σκλαβιά απ' την πατρίδα.





21 Φεβρουαρίου 1913



Σ' όλο τον κόσμο ξαστεριά

σ' όλο τον κόσμο ήλιος

και στα καημένα Γιάννενα

όλο καπνός κι αντάρα.



Μα στο Μπιζάνι πολεμούν

οι αθάνατοι Ευζώνοι

κι ο Ελευθερωτής στρατός

στα Γιάννενα ζυγώνει.



Νάτα τώρα τα Γιάννενα

ελεύθερα γιορτάζουν

κάτω απ' τις γαλανόλευκες

Θεέ μου, πώς φαντάζουν!



Χαρά μεγάλη γίνεται

στο κάστρο και στη λίμνη

γιορτάζουν οι αρχόντισσες

με την κυρά Φροσύνη.



Και στα τραγούδια της χαράς

που τραγουδούν και κλαίνε

τα πήραμε τα Γιάννενα

μάτια πολλά το λένε.



Γιάννενα



Γιάννενα Ρωμιοσύνης κάστρο,

Γιάννενα απ' αιώνες άστρο,

Γιάννενα της Ελλάδας θρέμμα,

Γιάννενα ζυμωμένα μ' αίμα,

Γιάννενα της Δωδώνης σπέρμα,

Γιάννενα στων βουνών το γέρμα,

Γιάννενα του Δία σεργιάνι,

Γιάννενα Μούσες σ' έχουν ράνει.

Γιάννενα!



Τα πήραμε τα Γιάννενα μάτια πολλά το λένε,

μάτια πολλά το λένε οπού γελούν και κλαίνε.

Το λεν πουλιά των Γρεβενών κι αηδόνια του Μετσόβου

που τά 'σκιαζεν η παγωνιά κι ανατριχίλα φόβου.

Τα πήραμε τα Γιάννενα, μάτια πολλά το λένε

μάτια πολλά το λένε οπού γελούν και κλαίνε.



Γιάννενα Βυζαντίου αστέρι,

Γιάννενα της Τουρκιάς καρτέρι,

Γιάννενα των βουνών καμάρι,

Γιάννενα των νερών βλαστάρι,

Γιάννενα του πασά κρυψώνα,

Γιάννενα των Γραικών κορώνα,

Γιάννενα δωρητών η γέννα,

Γιάννενα ποιητών η πένα.

Γιάννενα!



Τα πήραμε τα Γιάννενα μάτια πολλά το λένε,

μάτια πολλά το λένε οπού γελούν και κλαίνε.

Το λεν πουλιά των Γρεβενών κι αηδόνια του Μετσόβου

που τά 'σκιαζεν η παγωνιά κι ανατριχίλα φόβου.

Τα πήραμε τα Γιάννενα, μάτια πολλά το λένε

μάτια πολλά το λένε οπού γελούν και κλαίνε.



Γιάννενα τάπια του σαράντα,

Γιάννενα φλόγα ηρώων πάντα,

Γιάννενα φασιστών το λάθος,

Γιάννενα πανελλήνων πάθος,

Γιάννενα γύρω γύρω χιόνια,

Γιάννενα σε ξυπνούν αηδόνια,

Γιάννενα σε φρουρούν κανόνια,

Γιάννενα γοητεία αιώνια.

Γιάννενα!



Τα πήραμε τα Γιάννενα μάτια πολλά το λένε,

μάτια πολλά το λένε οπού γελούν και κλαίνε.

Το λεν πουλιά των Γρεβενών κι αηδόνια του Μετσόβου

που τά 'σκιαζεν η παγωνιά κι ανατριχίλα φόβου.

Τα πήραμε τα Γιάννενα, μάτια πολλά το λένε

μάτια πολλά το λένε οπού γελούν και κλαίνε.





Λευτεριά στα Γιάννενα



Φυσάει τ' αγέρι μανιασμένα

απ' τις βουνοκορφές τριγύρω

της Λευτεριάς φέρνει το μύρο

στα Γιάννενα τα σκλαβωμένα.



Τα τούρκικα βαριά κανόνια

του Μπιζανιού και τ' Αϊ Νικόλα

στέκουν συντρίμια όλα τώρα

μέσα στου Φλεβαριού τα χιόνια.



Χαράς αλαλαγμοί και θούρια

απ' τους φαντάρους μας στις ράχες.

Παντού σταμάτησαν οι μάχες

σε ντάπιες, οχυρά και φρούρια.



Στην όμορφη την πολιτεία

πετούν τα φέσια οι ραγιάδες,

βαρούν νταούλια και ζουρνάδες

γλεντάει ο κόσμος στην πλατεία.



Κι άγνωστοι, γνωστοί και φίλοι

με δακρυσμένα όλοι μάτια,

σ'εξώπορτες και σκαλοπάτια

για ασπασμό δίνουν τα χείλη.





Γλέντι για τη Λευτεριά



Στα “Ζευγάρια” και στη “Λούτσα”,

στην πλατεία, στην “Καλούτσια”

άναψε το πελεκούδι,

ο χορός και το τραγούδι.



Στη “Σιαράβα” και στη “Σκάλα”,

στην “Καραβατιά” και στ' άλλα,

τα μικρότερα τα μέρη

μερακλώθηκαν κι οι γέροι.



Λευτεριά ήρθε στην πόλη

και γλεντούν, χορεύουν όλοι.

Την ποθούσαν τόσα χρόνια

πού 'ζησαν στην καταφρόνια.





Οι σημαίες



Πού βρεθήκανε οι τόσες σημαίες,

οι μικρές και οι μεγάλες, οι ωραίες,

που υψώσανε στα σπίτια, σε κοντάρια

και κρεμάσανε σε δέντρα, σε φανάρια;



Στα κρυφά από καιρό ετοιμασμένες,

στις κασέλες ήταν όλες φυλαγμένες.

Και την άγια τούτη μέρα πρώτες πρώτες

τις εβγάλανε μ' ευλάβεια οι Γιαννιώτες.



Και σαν άρχισε το χαροκόπι, γλέντι

για το λύτρωμα απ' το ζυγό τ' αφέντη,

στα κατάβαθα ως τώρα διπλωμένες

κυματίζουνε κι αυτές λευτερωμένες.





Η κυρά Φροσύνη



Τ' ακούσατε τι γίνηκε στα Γιάννενα, στη λίμνη;

(Ν') επνίξανε τις δεκαεφτά με την κυρά Φροσύνη.

Αχ! Φροσύνη (μ)' παινεμένη

τι κακό έπαθες καημένη...!



Χίλια καντάρια ζάχαρη

ρίξετε μες στη λίμνη

για να γλυκάνει το νερό

να πιεί η κυρά Φροσύνη.

Αχ! Φροσύνη (μ') παινεμένη

μες στη λίμνη ξαπλωμένη!



Φύσα Βοριά, φύσα Θρακιά

για ν' αγριέψει η λίμνη

να βγάλει τις αρχόντισσες

και την κυρά Φροσύνη.

Αχ! Φροσύνη (μ') παινεμένη

μες στη λίμνη ξαπλωμένη!


[Τα ποιήματα βρήκα σε χειρόγραφες σημειώσεις της δασκάλας Σταυρούλας Ζηκοπούλου,
με ημερομηνία Δεκέμβριος 1984] - Πουλίζος Χριστόφορος