"Ευχαριστώ αυτούς που κράτησαν τη Θρησκεία μου, τη Γλώσσα μου και την Εθνικότητά μου, για να είμαι Χριστιανός και να λέγομαι Έλληνας."


(Παύλος Βρέλλης)





«Δεν ήρθε πρώιμα η άνοιξη κι ουδέ το καλοκαίρι.

Χαιρόμαστε, χορεύουμε και ψιλοτραγουδάμε,

γιατί ελευτερωθήκανε, αητέ, τα Γιάννενά μας!»






«Την Ιστορία μελέτα παιδί μου,
γιατί έτσι όχι μόνο τον εαυτό σου και τη ζωή σου θα κάμεις ένδοξη και χρήσιμη στην ανθρώπινη κοινωνία,
αλλά και το μυαλό σου οξυδερκέστερο και διαυγέστερο... »
[Ιπποκράτης]





Θύμησες από τα Γιάννενα μιας άλλης εποχής

ΖOΥM... στην Hπειρωτική παράδοση

Γλέπαμαν την παρέλαση του στρατού μας με λαχτάρα...
[Από την εφημερίδα: ΠΡΩΙΝΟΣ ΛΟΓΟΣ]

Γράφει η ΚΟΥΛΑ ΤΖΑΛΜΑΚΛΗ - ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ


Mατάρχεται 21η Φεβρουαρίου... Γυρίζω πίσω, πολλά... πάρα πολλά χρόνια πίσω!.. Τότε που πρωτοκάτσαμαν στο Κουρμανιό, φθινόπωρο καιρό, κι ήρθε κι ο Φλεβάρης...


Ως τότε, σαν ήταν καιρός που να μπορούσαν να μας βγάλουν στην πλατεία, γλέπαμαν την παρέλαση του στρατού μας, με λαχτάρα!.. Κι οι μεγάλοι που έζησαν ως υπήκοοι, χρόνια και ζαμάνια, κι εμείς που ακούγαμαν ―κι όσο μπορούσαμαν να καταλάβουμε― γιʼ αυτή την υπηκοότητα του κιαρατά...

Των μεγάλων μας, δεν τους είχε περάσει ακόμα το καμάρι για κείνη τη μέρα που μπήκαν οι Έλληνες!.. Σάμπως πόσα χρόνια ήταν, που είχαν διαβεί; Ούτε είκοσι ακόμα, δεν είχαν κλείσει από κείνη τη μέρα που είχε στρωθεί η πλατεία η κάτω, από κόκκινα φέσια, που τα πέταζαν με ινάτι οι γιαννιώτες οι καψαροί...

Παρά ένα είκοσι, ήταν τα χρόνια, που στο Κουρμανιό, γιορτάσαμαν καταλαχταρτζ'μέν... απ' τα χαράματα... Την απελευθέρωση της πόλης μας ― που το καμαρώνουμε... Κάποτε τα ματάειπα, αλλά θα πέρασαν καμιά δεκαριά χρονάκια... (αλήθεια, πως πέρασαν!). Θα τα ματαπώ... Τα καψαρά τα παιδιά της Φιλαρμονικής του Δήμου μας, από τα χαράματα έφερναν γύρα στους κεντρικούς δρόμους της πόλης (όλους χωματένιους ακόμα) και παιάνιζαν το:
«Τα πήραμαν τα Γιάννινα, μάτια πολλά το λένε όπου γελούν και κλαίνε!..»


Σας λέω την αλήθεια... Οι μεγάλοι μας έκλαιγαν και μαζί τους και μεις τα τσιότσια. Εκείνη την αυγή, της 21ης Φεβρουαρίου του 1932... νομίσαμαν πως ήρθε η συντέλεια του κόσμου!.. Ξέρετε τι θα πει να είσαι νήπιο και ν' ακούς δίπλα στ' αυτί σου κανόνι και να σου πέφτουν στα μούτρα ...γύψος από το ταβάνι και να σκούζει η Ζαγορομάνα μας... «Παναΐαμ, Παναΐαμ... μέγα τ' όνομα της Αγίας Τριάδος...». (Αυτο τόλεγε κι όταν άστραφτε και βρόνταγε κι έκανε και κατακλυσμό... κι άναβε και καντήλι... κι εμείς πέφταμαν στα γόνατα...). Ναι, καλά έκανε με τον κατακλυσμό, αλλά τώρα ούτε έβρεχε ούτε άστραφτε, κι ούτε είχαν με νου, οι γονιοί μας...
Τι μέρα ξ'μέρωνε!.. Μπορεί, και στη Σιαράβα νʼ ακούγονταν το κανονίδι (εικσιένα, παρακαλώ, βροντοκοπήματα... ούτε ένα, ούτε δυο...) αλλά άλλο να τ' ακούς κάπως ξέμακρα κι άλλο δίπλα στ' αυτί σ'... χαράματα του κιαρατά... Άκουγαν τα κανόνια οι γονιοί μας και καταχαίρονταν κι όλας... αλλά πού βάραγαν, δεν ήξεραν... Τό 'μαθαν εκείνο το πρωί και γίνκι το νταρ-μαρ από τη Ζαγόρω που φύσαγε και το σιούλ' (μικρό σκουπίδι ...μόλις ορατόν διά γυμνού οφθαλμού). Το ρετουσαρισμένο (αν μπορεί να ειπωθεί) παλιό εβραίϊκο φτωχοκομείο, είχε γίνει σπίτι ...με γύψινα ταβάνια παρακαλώ!...

Από κείνη τη μέρα κι ύστερα ...21η Φεβρουαρίου και 25η Μαρτίου... είχαμαν όλο επισκευές γύψινων ταβανιών!.. Ραγίζονταν τα καψαρά κι έπεφταν κομμάτια και κομματσιούλια, πρώτα στα μούτρα μας πορνίσια, στα γιατάκια μας που βρισκόμασταν ακόμα, κι ύστερα μεσημεριάτʼκα και δειλνίσια... από 21ναν κανονιοβολισμό ή κανονιοβολισμούς.
Γαμώτο του. Τρεις 21ναν = 63 με το σμπάθειο!.. Ζωή ήταν αυτή; Έσκουζε η μάνα μας που δεν είχε προβλέψει ο πατέρας μας, τη νίλα αυτή «απού μ'κρό πιδί στου Κουρμανιό, κι διν ήξιρις τι γένιτι στς παριλάσις;...». «Τι δ'λεια έχ' του μ'κρό; Σάματις είμι στου Κουρμανιό όταν γένουντι παριλάσις;...», αντέλεγε, πολύ ορθώς, ο φάδερ. «Επριπι να στου πει ου κυρ' Γιάννς...» (ο σπιτονοικοκύρης μας) «που να τούξερι μουρή, ιδώ κάθουνταν;».

Κάθε εθνική επέτειο τα ίδια και τα ίδια!.. Η αλήθεια ήταν πως οικογένεια άλλη από του κυρ Θόδωρου του Κρίτσα (ο Θεός ν' αναπάψει τις ψυχούλες τους)... (κυρ Θόδωρος, κυρά Λενούσιω και κυρα Κούλα η αγιόψυχη πεθερά του...). Ήταν Μετσοβίτες και το μόνο σπίτι στο Κουρμανιό... Ύστερα κάτσαμαν εμείς, κατόπι η οικογένεια του Κώστα Σούλη ―όπως σας είπα, πριν λίγο καιρό. Απέναντι από την πόρτα του Κάστρου ο Ναούμ, στο παλιό μαγαζί κι ένα σωρό άλλα παλιομάγαζα. Μεντέτ, Μεντέτ. Σα να ξέφκα λίγο; Λέγαμαν για το κανόνι που μέσα σε 35 μέρες, τ' ακούγαμαν 126 φορές πάνω από τα κεφάλια μας ...για καλό... Γιορτάζαμαν τις επετείους μας!.. Μία τοπική και μία εθνική, βαρώντας κανονιές τρεις φορές... με την αυγή, την ώρα της δοξολογίας και με τη δύση του Ήλιου ως τις 25 Μαρτίου του ʽ40 τις θυμάμαι...
Δεν θυμάμαι 21 Φλεβάρη και 25 Μάρτη του 41, πώς γιορτάσαμαν... Ντιπ δεν θυμάμαι...

Πάνω στο Κάστρο τώρα, τότε δηλαδή, βρόνταγαν τʼ αντιαεροπορικά μας κάθε τρεις και λίγο κι οι καμπάνες χτύπαγαν συχνά-πυκνά, για να γιορτάσουμε στα χώματά μας για το πάρσιμο κάποιου στόχου, εκεί στο μέτωπο...
Από το Μάη του '41 ως τον Σεπτέμβρη του '43, πάνω στο Κάστρο, στις θέσεις των δικών μας κανονιών, βαράν ιταλικά κανόνια, κάποιες καλοκαιρινές νύχτες... Από πού έρχονταν εκείνα τʼ αεροπλάνα; Λίγες φορές ήταν, αλλά έφταναν για ν' αλαφιαστούν οι Ιταλοί... αλλά κι εμείς, που δεν καταλαβαίναμαν τι γένονταν...

Σαν παρέδωσαν τα όπλα οι Ιταλοί, θα σας γελάσω αν σας πω πως έβαλαν κι οι Γερμανοί, αντιαεροπορικά... Αρχές Οκτώβρη παγώσαμαν. Κυριακή απόγευμα, λαμπάδιασαν οι Λυγκιάδες μας... Άλλα χωριά γρηγορότερα κι άλλα αργότερα γένονταν στάχτη. Τα Γιάννινα αρχίνσαν να μεγαλώνουν. Μαζεύτηκε κόσμος χαλασμένος, τρομαγμένος και πεινασμένος. Έκατσε αυτός ο κόσμος όπου βρήκε φωλιά. Ένα χρόνο... Τα χρειασθήκαμαν... Στους κινηματογράφους ακούγαμαν το άχτουγκ, άχτουγκ... κι έπρεπε να σηκωθούμε ορθοί και νʼ ακούσουμε το δελτίο ειδήσεων!...
Στα σπίτια μας επιτάχτηκαν δωμάτια για αξιωματικούς τους.

Τότε που ξεψυχούσε ο κατακτητής, έδειξε και την μαύρη του ψυχή. Ο ξεκληρισμός των συμπολιτών μας Εβραίων πάγωσε την πόλη μας κι εμάς που δεν είμασταν, τότε, εδώ... Το μάθαμαν την άλλη μέρα...

Και σαν τσακίστηκαν κι άφησαν πίσω τους αποκαΐδια κι ορφάνια, ο κοσμάκης ξέφρενα γιόρταζε τη λευτεριά του. Βάρεσαν πάλι οι καμπάνες μας γιορταστικά και τα εμβατήριά μας τα ξανάπαιξαν οι στρατιωτικές μας μπάντες και παρήλασαν ανάπηροι και μαθητούδια μαζί με στρατιώτες μας... στ' αντάρτικα, κρατώντας ελληνική σημαία...
Γιορτάστηκε η 28η Οκτωβρίου εκείνη τη χρονιά; Για το '44 λέω... Θάταν η πρώτη φορά που γιορταζόταν!..
Λέω την αλήθεια... ποτέ δεν ρώτησα αν γιορτάστηκε σαν εθνική μας επέτειος.
Τότε... τότε, γιόρταζε καθημερινά, η Ελλάδα όλη.

Εμείς, γυρίσαμαν από το Ζαγόρι την τελευταία μέρα του Οκτώβρη, στα λεύτερα Γιαννινάκια μας. Από τις 21 Φλεβάρη του '45, γιορτάζουμε την τοπική μας επέτειο. Υπάρχουν τα κανόνια πάνω στο Κάστρο; Πόσα χρόνια πέρασαν και δεν ξεχνώ τ' αποκαΐδια που μας έρχονταν στο μπαλκόνι. Τα στουπιά, που λέγονταν ...αυτά που στούπωναν το κανόνι μαζί με το μπαρούτι... και σιώνταν τα σωθικά μας πουρνίσια κι έτριζαν τα τζιάμια μας...
Μέγα τ' όνομα της Αγίας Τριάδος έψελνε η μανούλα μας... Ας ήταν...
Τα είχαμαν πάρει τα Γιάννινα ...πάλι!